Πρόλογος Καταλόγου

tessera835 προβολές

Τίποτε δεν αποτυπώνει καλύτερα το διαρκώς μεταβαλλόμενο πρόσωπο της πόλης από ένα πλήρες και σωστά συντηρημένο αρχείο τοπογραφικών διαγραμμάτων, που απεικονίζουν την υφιστάμενη κατάσταση του αστικού ή περιαστικού τοπίου τη δεδομένη χρονική στιγμή της σύνταξης τους, αποτελώντας συγχρόνως το υπόβαθρο, το τεχνικό εργαλείο ακριβείας για τη χάραξη και υλοποίηση του πολεοδομικού σχεδιασμού, ο οποίος με τη σειρά του αντανακλά την πολιτική της εποχής του και τις αναπτυξιακές αντιλήψεις, όπως εκφράζονται μέσα από τις σχεδιαστικές προτάσεις του.

Η επιστημονική και τεχνική πρόοδος, αλλά και η οικονομική και κοινωνική εξέλιξη από τον 18ο αιώνα και μετά, ώθησαν την επιστήμη της χαρτογραφίας σε νέα πεδία ενδιαφέροντος, όπως τους χάρτες για αστικές χρήσεις, ολοένα και μεγαλύτερης κλίμακας και ακριβείας. Οι ίδιοι δε οι χάρτες, ακόμη και αν αποσκοπούσαν σε στρατιωτική ή κτηματολογική χρήση, λόγω της αισθητικής και της καλλιτεχνικής τους απόδοσης, δεν διαφέρουν από εικαστικά άρτια αντικείμενα τέχνης.

Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, το 1898-99 συνεργείο ελβετών τοπογράφων ανέλαβε την εκτέλεση τοπογραφικών μετρήσεων της πόλης, οι οποίες απεικονίζονται με μεγάλη ακρίβεια και λεπτομέρεια για την εποχή στα φύλλα λεπτομερειών 1:500, που φυλάσσονται ακόμη στο Αρχείο του Δήμου Θεσσαλονίκης. Οι πρωτότυπες πινακίδες αυτής της σειράς, 92 τον αριθμό, χειροποίητες, με υδρόχρωμα και σινική μελάνη επάνω σε χαρτί κολλημένο σε λινό ύφασμα, σώζονται σε αρκετά καλή κατάσταση και αποτελούν ένα μοναδικής αξίας ιστορικό και χαρτογραφικό στοιχείο για την πολεοδομική εξέλιξη, αλλά και για την ιστορία της Θεσσαλονίκης για τα τελευταία 150 χρόνια.

Κοντά σε αυτό το αρχείο, φυλάσσονται δυο ακόμη σχεδόν πλήρεις σειρές αποτυπώσεων στην ίδια κλίμακα, του 1909 με μολυβί και σινική μελάνη και του 1919 με τη νέα ρυμοτομία περασμένη με κόκκινο χρώμα πάνω στον παλιό αστικό ιστό. Επιπλέον έχουν βρεθεί στα ερμάρια και τις σχεδιοθήκες μας δεκάδες μεμονωμένων διαγραμμάτων από το τέλος του 19ου αιώνα ως τις πρώτες δεκαετίες του 20ου, σε διάφορες κλίμακες και απεικονίσεις, που εντοπίζονται στα ανατολικά και δυτικά του κέντρου της πόλης, όπως και το Αρχείο Οικοδομικών Αδειών των ετών 1917-1925, συναφές με το αντίστοιχο της Πυρικαύστου που φυλάσσεται στη Διεύθυνση Πολεοδομίας της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης. Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αποτυπώσεις για την απογραφή του 1940, με τη διανομή τους σε Ενορίες και το αρχείο αεροφωτογραφιών της δεκαετίας του 1950.

Ακριβώς λόγω της σπουδαιότητας και της μοναδικότητας τους, ο Δήμος Θεσσαλονίκης ανέθεσε το 2002 στην Εθνική Χαρτοθήκη την ψηφιοποίηση των τριών παλαιότερων σειρών και στη συνέχεια τη δημοσιοποίηση και την προβολή τους με σύγχρονες μεθόδους, έτσι ώστε το πρωτότυπο υλικό να μην εκτίθεται στον κίνδυνο φθοράς από τη συνεχή χρήση. Γιατί πρόκειται για ένα αρχείο ζωντανό, που ακόμη και τώρα προσφέρει τεκμηρίωση και πλήθος πληροφοριών στον ερευνητή, για τη γεωμορφολογία της πόλης, για τις παλαιές ιδιοκτησίες που αναφέρονται στα γαλλικά και τα παλαιοτουρκικά, για δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, μνημεία και τοπόσημα, των οποίων τα ίχνη έχουν χαθεί.

Οι χάρτες αυτοί διαφυλάσσουν τη μνήμη της πόλης, της οποίας η ραγδαία και επώδυνη εξέλιξη, ιδιαίτερα μετά από ιστορικά γεγονότα που καθόρισαν τη μορφή της (πυρκαγιές του 1890 και του 1917, άφιξη προσφυγών 1922, μεταβολή πληθυσμιακής σύνθεσης 1941-45, αστυφιλία 1950-70, κατασκευή Νέας Παραλίας 1960, σεισμός 1978), οδήγησε στη διαμόρφωση του γνώριμου και απρόσωπου αστικού περιβάλλοντος. Οι χάρτες αυτοί εξηγούν το “πώς” και το “γιατί”, μας επιτρέπουν να ονειρευτούμε τα “αν” και να αναπολήσουμε τα “άλλοτε”, δυνατότητα πολλαπλώς χρήσιμη όχι μόνο στον ιστορικό ερευνητή, αλλά και στον σύγχρονο πολεοδόμο, τον πολιτικό, τον νομικό, τον δημόσιο λειτουργό.

Με τη δημοσιοποίηση του πολυτίμου αυτού υλικού, μέσω της έκδοσης του παρόντος Καταλόγου και της Έκθεσης που θα διοργανωθεί στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής του Δήμου Θεσσαλονίκης, έχουμε την ελπίδα για την κάλυψη των κενών στις ιστορικές σειρές, έστω και με αντίγραφα, από επίσημα αρχεία, συλλέκτες ή άλλους φίλους της χαρτογραφίας που ενδέχεται να κατέχουν τα απολεσθέντα φύλλα, όπως και την προσδοκία για την αρωγή της ελληνικής πολιτείας στο θέμα της συντήρησης και της διαφύλαξης με σύγχρονες αρχειονομικές προδιαγραφές των πρωτότυπων αυτών τεκμηρίων της ιστορίας της πόλης μας.

 

Θεσσαλονίκη, Δεκέμβριος 2005 – Νικόλαος Ταχιάος


« αρχική σελίδα άρθρου                                                                                             προλεγόμενα »